7.8.22

Στέφανε, 

σήμερα κλείνω 30 μέρες στο νησί. Το σπίτι μου είναι κάτι λιγότερο από μια καλύβα αλλά ξέρεις πως η δυνατότητά μου να μετατρέπω τα πράγματα είναι συγκινητική. Ναι, με συγκινεί αυτό το μέρος που μου παραχωρήθηκε ξανά - οι κρητικοί μου φίλοι θα με αγαπάνε πάντα - και σε προσκαλώ σε αυτό το σταμάτημα, σε καλώ στη μη αναζήτηση, εδώ, απ’ όπου βλέπω τη θάλασσα να κατηφορίζει κι έπειτα ξαφνικά να μικραίνει καθώς εγώ κατηφορίζω κατά πάνω της κι επιτέλους τη συναντώ. Στο δρομάκι που έπρεπε να ανοίξω, όταν ήρθα, από τις πέτρες κι από τα ξερόχορτα, βρήκα σήμερα μια μπάλα του τένις . Ελάχιστοι άνθρωποι κυκλοφορούν τριγύρω, το δρομάκι μου είναι κρυφό και κακοτράχαλο κι η μπάλα δεν ήταν εκεί ως χτες. Θυμήθηκα εκείνον. Όταν αποφάσισα πως πρέπει να τον δω, δεν βρήκα άλλον τρόπο από το να του προτείνω να πάμε στο γήπεδο, δεν ξέρω να παίζω, δεν είχα ρακέτες, μπάλες, δεν μ´ ενδιέφερε ποτέ αυτό το παιχνίδι της ησυχίας και του καλού κόσμου μα τελείως απότομα ένιωσα πως δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να μπορούμε να κάνουμε οι δυο μας από το να πάμε κάπου, να μη μιλάμε και να οφείλουμε να πετάμε ο ένας στον άλλο κάτι, φροντίζοντας επιτυχημένα, καθόλη τη διάρκεια, μονάχα γι’ αυτό. Φαντάστηκα τον πόνο μας να διαλύεται μέσα σε ένα γήπεδο και η αντισφαίριση να μετατρέπει το παιχνίδι της σε μια απλή δοσοληψία που όμως εκεί, τότε, είχε το νόημα χιλιάδων υπερπηδήσεων χιλιάδων εμποδίων, χιλιάδων ναρκωτικών κενών, χιλιάδων ερωτήσεων, φρικτών αφηγήσεων φρικτών αδικιών που μας είχαν συντρίψει και διχάσει δια παντός. Η υπερπήδηση αυτή βρισκόταν μέσα σε μια κίτρινη τριχωτή μπάλα που αγόρασα καθώς λίγο έπειτα η αδυναμία εκείνου να συνέλθει από τη χρήση και να εμφανιστεί στο δημοτικό παραλιακό γήπεδο που είχα νοικιάσει και τον περίμενα, μ´ έκανε να τη χτυπήσω δυνατά προς το κενό. Το κενό ήταν στην πλευρά της θάλασσας και σύντομα η μπάλα μου έσκασε από ψηλά κάτω, μια φορά, δύο φορές κι έπειτα ησυχία. Είχε πέσει στο νερό κι εγώ στεκόμουν χωρίς εξοπλισμό σε ένα γήπεδο με θεατές λίγα εντυπωσιασμένα παιδιά για την απόφασή μου να εξοστρακίσω τον μοναδικό λόγο για τον οποίο μπορεί να βρισκόμουν εκεί. Κρατώ λοιπόν στα χέρια μου τη σημερινή αυτή μπάλα, δεν νιώθω τίποτε να συνδέεται με τίποτε πια κι η αφαίμαξη της μνήμης είναι απλώς μια λειτουργία. Σε περιμένω εδώ για να σου δείξω πώς γίνεται να περιπαίξεις ό,τι σε στοιχειώνει και να φτιάξεις μια αυτοκρατορία πάνω στη θάλασσα. Χτες ήμουν όλη μέρα εκεί κάτω με έναν παλιό μου φίλο, είχα, μου είπε, μια λάμψη ηλιακή, έτσι το φώναξε ακριβώς καθώς με φωτογράφιζε να κινούμαι ασταμάτητα μέσα κι έξω από το τεράστιο κύμα, είναι πάντα ένα το κύμα εδώ κι έγινε σήμερα δεκαπέντε χρονών, απαράλλαχτο από την πρώτη μέρα, παιδί μου, σκόρπιο, όμοια βασανισμένο και αιώνια δικό μου.


Άνια, νότια της Κρήτης, αναμένει τον φίλο της Στέφανο κάποτε κάπως να απογειωθεί.