21.10.20

Τη δεύτερη μέρα είχε πέτρες

πάνω στα παπούτσια του

Είχε πέτρες

Έκανε ακριβώς ό,τι ήθελε να του κάνουν

Μύριζε λάδι μηχανής ανακατεμένο με λουλούδια

Εγώ

είχα βάλει τις πέτρες

Εγώ τις είχα βάλει

όσες δεν έριξα στη θάλασσα

Κάποιοι κολυμπούσαν μέσα στη βρωμιά

Εκείνος δεν το κατάλαβε

Εκείνος δεν ένιωθε κανένα βάρος

και με φίλαγε καθώς ο ήλιος έδυε 

Το πιστεύει κανείς;

Στερέωσα ένα πόδι 

και δίπλα ήταν φύκια στερεωμένα μέσα σε δίχτυα

στερεωμένα πάνω σε βάρκες

Και κανείς δεν έφευγε

Ούτε η μέρα

Ούτε εγώ

Μου είπε μια άλλη μέρα 

να πάμε σε μια σπηλιά

κι εγώ συμφώνησα γιατί δεν μου αρέσουν οι σπηλιές

αλλά θέλω να δω 

στα μάτια του

κάτι πολύ βαθύ και μεγάλο

Προχωρούσαμε τώρα

χωρίς τα πόδια

Τώρα οι χειμερινοί κολυμβητές

είχαν σταματήσει να κολυμπούν

Σκούπιζαν στην ακτή τα πόδια τους

Φεύγαμε τώρα