14.2.17
είναι πανομοιότυποι
αυτό έχω να πω κύριε πρόεδρε
όλοι οι υπάνθρωποι
οι ανεπαρκείς
μοιάζουν
σαν δυο σταγόνες νερό
τις ξεχωρίζεις;
δεν τις ξεχωρίζεις.
οι γλώσσες τους πάνε
κι έρχονται
τα στόματά τους είναι στεγνά
από την αγωνία
και την προσδοκία
του κακού ή του καλού
-ό,τι τους πετάξεις-
ζουν με τα ξεροκόμματα
τα αποφάγια σου οι κόρακες
και δεν ξέρουν
ούτε πώς να τα φαν
ούτε πώς να τα σηκώσουν
από το πάτωμα κύριε πρόεδρε
και συνεχίζουν να αποζητάν
την απογοήτευση
τη δίνη και τη στρόφιγγα
που δεν ανοίγει για αυτούς
δε γυρίζει η στρόφιγγά τους!
κι έτσι ως χαμαιλέων
τη μία μέρα ο μισακός επιθυμεί
διακαώς τη σύγκλιση
και την επομένη
ευθύς μαυρίζει και γίνεται
ίδιος με την ψυχή του
αντικρύζοντας την κατωτερότητα
και την τεμπελιά του βεβαίως
αποχωρεί η σαύρα
πισωπατεί το μαύρο τέρας
μπροστά στη δύναμη
μπρος στο αιώνιο κάλλος
της αυτόφωτης ψυχής
και πηγαίνει στο σκοτάδι
κύριε πρόεδρε
ξέρετε το σκοτάδι;
είναι η πίσσα
είναι η νύχτα
είναι η βορά
ο πυθμένας και το υπόγειο κάστρο
εκεί κλείνεται ο διπολικός νευρώνας
εκεί συζητιέται το λάθος
και επαναλαμβάνεται
γιατί πρέπει
ο υπάνθρωπος κάτι
να τρώει κι αυτός
ναι κύριε πρόεδρε
συγχωρέστε με που ξέφυγα
θα επιστρέψω αμέσως
στο χρονικό
μα βασιστείτε σε αυτή μου
τη φλυαρία παρακαλώ
στα χέρια σας
κρατάτε
ένα εξαιρετικό παράδειγμα
τέτοιων υποκειμένων
μα θέλει κάποιο
κόπο
από μέρους σας
ώστε να τον αναγνωρίσετε
αφού έχει μάθει
να πείθει και να κρύβεται
στο πέρασμα του καιρού
εγώ θα αποχωρήσω έπειτα
αν μου επιτρέπετε
είμαι άλλωστε βέβαιος για την έκβαση