1.2.17
φτώχυνε ο κόσμος
χαθήκαν περιουσίες
ο γείτονας χρωστάει
και πηρε ενα κριάρι ο πατέρας σου
κι ο πατέρας σου χρωστάει
μα δεν έχει πρόβατα
κατσίκια, κάτι που τρώγεται
κι έτσι
του ζητάν λεφτά
κι εκείνοι που ζητάν λεφτά
το κάνουν επειδή άλλοι
τους τηλεφωνούν χαράματα
χρωστάς! λεν
και πάει λέγοντας
νέοι ψάχνουν δουλειά
και δεν τη βρίσκουν
υποψιάζομαι βέβαια
πως υπάρχουν κι εκείνοι
που δεν αναζητούν κάτι
το οποίο δε χάσαν
αφού
δεν είχαν τίποτε δικό τους
που να προήλθε
από έναν ισχυρό και βέβαιο εαυτό
ο οποίος σκληρά και παρήγορα
δούλεψε για
κάποιον άλλον
σ' εκείνους θα αποδοθεί
η άγνοια
σ' εκείνους
θα αποδοθεί το σύντομο τέλος
μακάριοι οι πτωχοί
τω πνεύματι
μακάριοι όσοι μια μέρα δε δούλεψαν
σε τούτη τη ζωή