17.3.10
Ζητούσαν οι επιστήμονες να μας βάλουν στα μουσεία, τότε. Να περνάν οι άνθρωποι και να θαυμάζουν τον πιο σπάνιο εν ζωή έρωτα. Γιατί τέτοιο είδος υπήρξαμε. Μοναδικό κι εξαίσιο. Ανήλικοι παντρευτήκαμε, κλεφτήκαμε σχεδόν, μπροστά σ'ένα μικρό εικόνισμα φορώντας από τρία στέφανα ο καθένας. Για να δεθούμε για πάντα στα σίγουρα, είχες δικαιολογηθεί όταν σε ρώτησα γιατί έκλεψες τόσα πολλά. Βέρα αληθινή δεν είχες να μου περάσεις μα έδωσες το λόγο σου πως δε θα μ'άφηνες ποτέ. Δε χρειάστηκε άλλο απ'αυτό να πεις ή να δηλώσεις. Δε μαλώσαμε ούτε μισή φορά κι ας ήμασταν αγριάνθρωποι στο ίδιο κλουβί. Δε θυμάμαι ποτέ να φώναξες. Η μνήμη μου είναι αδύναμη, μα αυτό το ξέρω καλά. Η φωνή σου γινόταν δυνατή μόνο όταν τελείωνες. Οι έρωτές μου πριν από 'σένα ήταν μουγκοί και μονότονοι. Κι όταν έπεσες σ'αυτήν την έκσταση πρώτη φορά, γούρλωσα τα μάτια μου και κάλυψα φοβισμένη το πρόσωπό μου. Νόμιζα πως κάτι έπαθες ή ότι θα με χτυπήσεις. Μα εσύ απλά μου'δειχνες ποιος είσαι και τι μπορείς να γίνεις. Στην αρχή μιμήθηκα τους ήχους σου κι έπειτα άρχισα να έχω τις δικές μου φωνές. Μόνο όταν τελειώναμε ταυτόχρονα θα'λεγε κανείς απ'τους ωτακουστές πως μαλώναμε. Είχαμε κολλημένα τα μηνίγγια μας και μόλις ερχόταν η ώρα να μας βγουν τα σωθικά, τσιρίζαμε σαν να πονούσαμε, να μισιόματσαν ή να λατρευόμασταν μέχρι μίσους. Οι χορδές των λαιμών μας κόβονταν απότομα λίγο πριν λυθούμε και χωριστούμε στα δυό. Ξαποσταίναμε σε περίεργες στάσεις με κορμιά που 'δειχναν σπασμένα. Δε νιώθαμε τίποτα. Μόνο μια αιώρηση και την ανάγκη να'μαστε κοντά από φόβο μη βγει η ψυχή μας από τις τρύπες του παντζουριού. Δε μάθαμε ποτέ πώς ονομάζεται το μεγαλείο αυτό. Εμένα μ'άρεσε να το αποκαλώ "δενξέρο" κι εσύ το' λεγες "μαποσγίνετε". Χαζεύαμε νάρκισσοι κι οι δυό τα μπλεγμένα μας σώματα στον καθρέφτη. Πιστέψαμε πως δεν υπάρχει τίποτα πιο ιδανικό, τίποτα πιο άρτια πλασμένο, τίποτα πάνω από αυτό. Τέτοια ύβρη διαπράξαμε και τώρα η νέμεση είν' εδώ.
Μπήκε ακόμα μια άνοιξη που δε φαίνεται κάτι να θέλει να ανοίξει. Εσύ ίσως ήδη προσπαθείς να δραπετεύσεις τις νύχτες από τη βαριά σου κουβέρτα. Θυμάμαι όταν μ'είχες πρωτοβάλει από κάτω της, δεν μπορούσα να αναπνεύσω όλο το βράδυ. Κράτησε μέρες πολλές κι έτσι κατάλαβα πως δεν ήταν από τα κιλά των σκεπασμάτων, ούτε από τα δικά σου και σίγουρα όχι απ'το ελαφρύ κλίμα της κάτω πόλης. Η ανάσα μου δεν έβγαινε ούτε έμπαινε από την ώρα που σφηνωθήκαμε ο ένας μέσα στον άλλο σ'εκείνη τη φωτογραφία. Είχαμε στήσει τη μηχανή εκεί που αργότερα θα στηριζόταν μια από της ηλιόλουστες εικόνες μου, δημιουργία δική σου. Δε θυμάμαι ποιος πάτησε το κουμπί, ποιος έτρεξε πριν ακουστεί το κλείστρο. Θυμάμαι πως δεν υπήρξες ποτέ πιο όμορφος μετά, ούτε πριν, ούτε ποτέ. Ήρεμη σ'άφηνα να με κοιτάς με το πηγούνι σου στην κοιλιά μου σαν μολις να σ'είχα γεννήσει. Αδιαφορούσες για το τι υπάρχει ή τι θα υπάρξει γύρω σου. Ύστερα δεν ξέρω τι έγινε. Μπορεί να σηκωθήκαμε, να φιληθήκαμε, να μείναμε εκεί λίγο ακόμα ίσως ή να πήγαμε να δούμε αν έγινε επιτέλους το εντυπωσιακό σου σουφλέ. Δε με νοιάζει τι έγινε μετά. Φυλακιστήκαμε εκεί, σ'σεκείνο το φιλμ που θα υπάρχει πάντα αν δεν το κάψουν από ζήλια οι άντρες μου κι οι δικές σου οι γυναίκες. Τα δώρα μου σε'σένα όλα ήταν εκτυπώσεις σε χαρτιά, εκτός από το πρώτο. Είχα κατέβει από'κείνο το αφόρητο τρένο με μια βαλίτσα τεράστια για να χωρέσει μέσα όλες τις πιθανές λέξεις του κόσμου που ύστερα γράψαμε στο καινούριο σου ταμπλό. Τι πιο συμβολικό της επιθυμίας μου να σε βλέπω πάντα μάταια να προσπαθείς να με κερδίσεις. Τα δικά σου δώρα ήταν πολλά και ξαφνικά. Πήγαινες για τσιγάρα και γυρνούσες με ό,τι νόμιζα πως μου έλειπε. Τα ανέφερα σε ανύποπτες στιγμές ή ακόμα και στον ύπνο μου κι εσύ τα θυμόσουν όλα και μου τα'φερνες. Δε μου τα'δωσες ποτέ στο χέρι. Μ'έκανες να νομίζω πως πλημμύρισε το σπίτι ή πως κάηκε το φαγητό ή ότι κάποιος είναι στην πόρτα. Κι εγώ έτρεχα αγχωμένη για να δω άλλη μια ιδέα σου να τυλίγει τις δικές μου ελλείψεις. Σ'εκείνο το θαμμένο σπίτι, είδα τους εγωισμούς μας να σαπίζουν και να πέφτουν μαζί στο χώμα κι ύστερα τον δικό μου να ξαναφυτρώνει και να γίνεται δέντρο ολόκληρο από την αρχή να μην μπορείς να σκαρφαλώσεις. Μα όποιος κι αν με ρωτήσει θα του πω πως δεν κάναμε ούτ'ένα λάθος. Γιατί ό,τι συνέβη στον καιρό μας, έγινε χωρίς σκοπό και γνώση. Η σημαία μας ανέμιζε πάνω απ'τα κεκτημένα κι ακόμα δέρνεται ξεφτισμένη στις πιο βαριές σου άπνοιες. Στην υγειά μας πίνονται όλα τα λιμοντσέλα του κόσμου κι ας μην είναι η γεύση τους όπως άλλοτε. Νόμιζα πάντα πως απ' αυτό το γεμάτο κεφάλι που κουβαλούσες πέρα δώθε θα'βγαινε μια μέρα λάβα κίτρινη και μυρωδάτη. Το'βλεπα και στον ύπνο μου πως ξεχυνόταν και μεθούσε έναν έναν τους ανθρώπους. Ίσως να εξατμίστηκε τώρα. Ίσως να περιμένει την ώρα της κι εγώ πάλι να βιάζομαι. Μην την αφήσεις μόνο να βαρύνει αυτό το υπέροχο μυαλό που νιώθω να'ρχεται σε'μενα. Σαν δίδυμοι είμαστε, σαν σιαμαίοι που αποκολλήθηκαν βάναυσα. Μα ξέρω πως ακόμα κι αν δεν κουνηθούμε, θα'ρθει η γη ανάποδα με χίλιους σεισμούς να ενώσει ό,τι εκείνη ξεχώρισε. Κι είμαστε εμείς οι πρώτοι στη σειρά. Εκ γενετής δούλοι στην ίδια ψυχή. Τη μία. Τη δικιά μας.




8

At 17 Μαρτίου 2010 στις 4:56 μ.μ., Blogger mamma said........
Μόνο όποιος το έχει ζήσει μπορεί να νοιώσει πόσο τυχερή είσαι.
 




At 18 Μαρτίου 2010 στις 2:03 π.μ., Blogger annanas said........
ουαου! Δεν έχω λόγια. Υποκλίνομαι.
 




At 18 Μαρτίου 2010 στις 9:21 π.μ., Anonymous Ανώνυμος said........
πέρα απο το πόσο υπέροχο είναι το ποστ,νοιώθω και *κάπως* να με αγγίζει προσωπικά,να μου θυμίζει/υπενθυμίζει,να με κάνει να γυρνάω πίσω και να βλέπω πάλι...και να γυρνάω δίπλα και να βλέπω πάλι...και μπορεί να τα λέω μπερδεμένα,αλλά για μένα πιο πολύ ξεμπερδεύεται έτσι η κατάσταση. Ευχαριστώ λοιπόν.
 




At 18 Μαρτίου 2010 στις 8:09 μ.μ., Blogger ολα θα πανε καλα... said........
Δύο εγωϊσμοί που "σαπίζουν" και πέφτουν μαζί στο χώμα,τι πιο ωραία σαπίλα από αυτό!Να και μια φορά που κάτι σάπιο μοιάζει ελπιδοφόρο.
Διάβαζα την ανάρτησή σου με σφιγμένες γροθιές,δεν ξέρω γιατί.Ίσως επειδή ήταν πολύ προσωπική,σα να ανοίγω,κατά λάθος,ξένο γράμμα.
 




At 22 Μαρτίου 2010 στις 5:02 π.μ., Blogger Eraserhead said........
Όσο το διάβαζα τόσο πιο βαθιά είχα εγκλωβιστεί στις φράσεις. Μ' άρεσε πολύ.
 




At 24 Μαρτίου 2010 στις 3:47 μ.μ., Blogger someonelse said........
μα είναι τόσο ωραίος ο λόγος που χρησιμοποιείς. Οι λέξεις σου, η σύνδεση των προτάσεων.. Μπράβο σου ρε aniaris..
 




At 22 Ιουνίου 2013 στις 5:08 μ.μ., Blogger by day i am nothing and by night i am i said........
"my sister, my child... my lover, my twin"
τραγούδησε ο Ποιητής, μα ποιητές είναι κι όσοι τα αισθάνονται έτσι.
βαθιά υπόκλιση αλλά από τις ταπεινές.