Την ώρα του συνοικεσίου δύο τριαντάρηδων στο άδειο πατάρι ενός αλχημείου, άκουσα απ'τα χείλη του πιο παρείσακτου πορνόγερου, του πιο ανεπιθύμητου συμπότη κάτι σοφό. Κοιτούσε μέσα απ'το κεφάλι μου και συλλάβιζε. Διαβάζει σκέψεις, σκέφτηκα. Μα είναι χαζός. Ή τουλάχιστον έτσι τον νόμιζα για χρόνια. Τη στιγμή που ο πρώην χαζός έβαλε τελεία, οι μελλοντικοί εραστές γύρισαν και κοίταξαν το μυαλό μου. Το είδαν κι αυτοί. Το διάβασαν καθαρά και ταυτόχρονα πάνω απ'τα φρύδια μου. Η επίδοξη φωτογράφος απέναντί μου είχε βγάλει ήδη φωτογραφίες και τώρα περνούσε την ακριβή μηχανή της στο λαιμό μου. Πάτησε ένα απ' τα εκατό κουμπιά. Ήμουν εγώ. Το βλεμμα μου σκεπτικό μα το μέτωπό μου άδειο από λέξεις. Στη γυψοσανίδα πίσω απ'το κεφάλι μου με καλλιγραφικά μπορντώ γράμματα ό,τι είχε απλά αναπαράγει ο νυν και αεί χαζός.
όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος
και τι δεν κάνατε για να με θάψετε
όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος
ν.χ.
Υπέροχο ιστολόγιο.Σε προσθέτω στα αγαπημένα μου.
Καλό σαβ/κο να έχεις.