αντί να τρέξω, ακινητοποιώ το σώμα μου και τέλος τέλος τέλος
τέλος
αντί να γράψω, πίνω
το σώμα μου χρειάζεται δεκάδες μαξιλάρια
ξαπλώνω συνέχεια
δεν κλαίω εκτός αν σκεφτώ εκείνη την ταινία
κλαίω μια φορά στα δέκα χρόνια
η φίλη μου από το ντουμπάι λέει αν έκλαιγα δεν θα ‘μουν έτσι
πώς είμαι δηλαδή
κι ο τάσος αργεί να γυρίσει
δεν ξέρω πού να πάω
αν δεν τελειώσω αυτό το βιβλίο μπορεί και να πεθάνω
ξυπνάω κι η ώρα είναι ίδια με πριν, με χτες, με πάντα
τα χέρια μου μεγάλωσαν και δεν γράφουν
το μυαλό μου είναι υπόχρεο
τα λεφτά βασανίζονται
η κινέζικη γάτα χαιρετάει κλεισμένη στο πλαστικό
ακούω κάτι σλάβικο και το αίμα μου δυναμώνει
είμαι μια παλιοβουλγάρα
το σκυλί μου το μαύρο τώρα καθαρίζει το χέρι μου
γλείφει τα δάχτυλα, ανεβαίνει προς τον ώμο
τι να το κάνω το καθαρό χέρι
που τόσο αγαπάει αυτός ο σκύλος
τι να το κάνω
αφού δεν γράφει
δεν γράφει
δεν γράφει
δεν γράφει
δεν γράφει
δεν γράφει
δεν γραφει δεν γράφεθ
δεν γρ΄φει
δ\φεν γραφςι
δεν γρ’αξφει
δεν φγαρδει
δεν ξγραφειδενε γρα΄φει’ξεν γαρφεθ