Καλέ μου ήρωα, χωρίς τη στάση σου θα είχα αποφύγει τη μίμηση και την ανάγκη μου για αυτήν, όμως τίποτα δεν με έχει κάνει καλύτερο άνθρωπο, ή τουλάχιστον προνομιούχο, από το να σε θαυμάζω. Σε αγαπώ όπως κάποιοι αγαπούν πολύ κάτι πολύ μακρινό μόνο και μόνο για αυτή του τη μικρή ιδιότητα, μα για μένα δεν είναι ο μοναδικός όπως για εκείνους λόγος. Γι’ αρχή σε αγαπώ γιατί δεν ξέρω και τι άλλο να κάνω. Ο καιρός πέρασε, δεν πρόλαβα να αποδείξω τίποτε κι έπρεπε να βρεθεί κάτι να με ορίσει. Γι’ αυτό σε αγαπώ. Επειδή μου έδειξες πώς πρέπει ένα άτομο να κινείται, για παράδειγμα δεν ήξερα ποτέ πού να βάλω τα χέρια μου κι έπρεπε χρόνια να σε μελετήσω ώστε να βρω μια κάποια θέση. Και το σπίτι μου. Α ήταν μια κόλαση αυτό το πράγμα, το γούστο μου χωρίς να το ξέρω, ήταν ένα φριχτό παραλήρημα ώσπου να δω το δικό σου και να επιχειρήσω να αποκρούσω τις ιδέες μου. Οι ιδέες μου, ακόμη κι αυτές που τελικά υλοποίησα, είναι στην καλύτερη των περιπτώσεων η απομαγνητοφώνηση ενός δεξιοτέχνη που παίζει στο πιάνο κάτι εξαιρετικά συμπαγές κι ωραίο. Τι να γράψει κανείς στο χαρτί; Πώς να εξηγήσει κανείς τι άκουσε; Πώς να συλλάβει κανείς εσκεμμένα κάτι που κάπου έγινε τόσο αβίαστα και πηγαία; Δεν το αρνούμαι, έβαλα τα πράγματα στη σειρά και είδα τι πρέπει περίπου να γίνει, αδύνατον να φτάσω τη μορφή του χώρου σου μα έκανα το κουμάντο μου κι έφτιαξα κάτι που νομίζω πως του μοιάζει. Ακολούθησα λοιπόν ό,τι μου είπες και λυπάμαι που δεν είπες τίποτα σε εμένα προσωπικά μα δεν άφησα την ευκαιρία που ξεδιπλώθηκε μπροστά μου όταν σε πρωτογνώρισα να βάλω στα αυτιά μου ό,τι όμορφο θα μου έλεγες, ήρωα, έφτιαξα μέχρι και αυτό, τα αυτιά μου γέμισαν με τη φωνή σου και μου είπανε τι πρέπει να κάνω. Είμαι ο αντιήρωας και θα δεχτώ ό,τι μου χαρίζει αυτός ο σκοπός. Μη γελιέσαι ωστόσο αν περιέχεται ο δικός σου ορισμός μες στον δικό μου. Είναι γιατί έκανα το παν. Κίνησα πέτρες και συνειδήσεις, οι πράξεις μου είναι απερίγραπτα βίαιες χωρίς να είχαν ποτέ τους μια στάλα βιαιότητας αφού μέσα στην ανοησία μου, με προστάτευσε μια δύναμη που λέγεται δόλος. Ή μήπως ήταν η ίδια η ανοησία μου που με προστάτευσε από οτιδήποτε άξιζα να μου συμβεί; Δεν έφτιαξα, ήρωα κάτι με τα χέρια μου αφού τα χέρια μου δεν είχαν μια θέση που να είχα εγώ επινοήσει. Η τακτική μου ήταν να μισώ αυτό που αγαπώ περισσότερο, ναι σε αγαπώ περισσότερο κι από μένα τον ίδιο κι από όσα αποτελούν την πραγματική οικογένειά μου που τη φλόμωσα στην εικόνα που κατάφερα να γίνω. Μια εικόνα που αν και δεν έχω την αξίωση να θωρηθεί στο ελάχιστο ούτε δική σου ούτε δική μου, με γοήτευσε και μου έδωσε την ευκαιρία να ζήσω πλάι σου, πίσω σου ή κάπου τόσο μακριά που να μπορώ άφοβα πια να αφήσω το βλέμμα μου στερεωμένο στην ουσία σου μιας κι εσύ δεν με βλέπεις. Πώς να σου φαινόμουν, ήρωα; Θα συμπαθούσες ποτέ λίγη από την κατάντια μου; Η τακτική του να μισώ επιδόθηκε πρώτα σε εσένα, δεν σταμάτησα να σε μισώ ούτε κι όταν δεν έκανες τίποτε το αξιολάτρευτο. Τα παιδιά μου δεν ξέρουν τίποτα κι όμως τα αισθάνομαι έτοιμα κι αυτά να μισήσουν, έγιναν ό,τι είδανε όπως κι εγώ έγινα ακριβώς ό,τι είδα μέσα σε εσένα, ήρωα, είχες πάντα κάτι να προσέξω κι αυτό είναι το ασυγχώρητό σου σφάλμα, είσαι ένα τέρας αυτονομίας και αυτοτέλειας κι η ευφυία σου δεν είναι ικανή να ζητιανέψει ό,τι ζητιανεύει η δική μου εξάρτηση. Ζητώ ικετευτικά για εμένα μια εικόνα και μια φωνή που να είναι η δική σου και δεν θα μπορέσω, σου υπόσχομαι, να σταματήσω αν δεν σταματήσεις πρώτος εσύ τόσο έξοχα και εύκολα να τις κατέχεις.
Δικός σου εξ ολοκλήρου