1.11.19
Πώς να τα ήξερα όλα αυτά;
Δεν ήθελα να τα ξέρω
Τώρα είμαι ένα κουρέλι μπροστά στα χαρτιά μου
Μ’ αγάπησες δυνατότερα απ’ όσο ξέρει
κανείς να γελά και ν’ αγαπάει
Δεν το ‘ξερα πως μπορείς
Δεν το ‘ξερα γλυκέ μου φίλε
πως ελάχιστα έχεις κοιμηθεί τα τελευταία χρόνια
και τώρα πονάω αναδρομικά
ώστε να αντέξω τον πόνο σου
Τα μάτια σου κοκκίνισαν
και το πρόσωπό σου έπεσε
καθώς σηκώναμε τη σούπα
ήρεμα στο στόμα μας
σήμερα πρώτη Νοεμβρίου
στη στοά Μοδιάνο
Ταίριαζε αλήθεια σ’ αυτήν τη μαύρη μέρα
να προσπαθήσεις να καταλάβεις τι έγινε
τότε που πιάσαμε ο ένας τον άλλον
τόσο σφιχτά
όσο αδύναμα έπειτα τον αφήσαμε
Κι εγώ δεν είχα καμιά εξήγηση
μόνο μια ανόητη δικαιολογία περί
ακατάλληλης στιγμής και λαθος συγχρονισμού
Όμως τα γεγονότα λεν πως περνάγαμε καλά
κάναμε βόλτες γύρω από την πόλη
και συζητούσαμε
Ταιριάζαμε πολύ
πολύ σαν και τώρα
Αλήθεια δεν θυμάμαι τι μ’ έπιασε και σ’ άφησα
ενώ ήξερα όπως κι εσύ
πως μπορούμε να τα καταφέρουμε
για πολύ καιρό ακόμη
ίσως και για όλον τον καιρό
που είναι να έρθει
Λοιπόν
πάντα φοβάμαι το καλύτερο
κι έτσι τρέχω κατά πάνω του ώστε
να διαλύσω και αυτό
Όσο για τα βράδια
ντρέπομαι
που κοιμάμαι βαθιά
πάντα κοιμάμαι ό,τι κι αν γίνει