7.6.19
Το στήθος μου κρεμόταν πάνω
από το κεφάλι σου
θυμάμαι ένα μεσημέρι στο χωριό σου
που δεν είχαμε τι να κάνουμε και κάναμε
έρωτα πάλι και πάλι και
το στήθος μου μέσα κι έξω
απ' το κεφάλι σου
ήταν μια ιδέα ενώ εγώ ήμουν μια πάπια
κι εσύ ένας χήνος και μια δική μας φωνή
σαν σκιά ή σαν πισσόχαρτο έσβηνε όλες τις άλλες
έσβηνε τα φώτα
έσβηνε η κοινή μας φωνή τις φωνές μας και
το στήθος μου ήταν το κεφάλι σου
είχες δυο ολοστρόγγυλες
βαριές λάμπες μέσα στα μάτια σου
και μ' έβλεπες
μέσα απ' τον αέρα της σύγχυσης που μας ένωνε
μέσα από την ελπίδα για ένα ήσυχο μέλλον που
μας χώρισε τώρα που
το στήθος μου κρέμεται πάνω στην κοιλιά μου
και το κεφάλι σου είναι ένα άφωνο πουλί